Βίβιαν Κοντομάρη
Η ταλαντούχα ηθοποιός, απόφοιτος του Εθνικού θεάτρου και με εξαιρετικές συνεργασίες στην θεατρική της πορεία συμμετέχει φέτος στην παράσταση «Ποιός ήταν ο κύριος;» με τρία μονόπρακτα του Ιάκωβου Καμπανέλλη στο θέατρο VAULT. Μιλάμε μαζί της για την παράσταση αλλά και για το θέατρο στους σκοτεινούς καιρούς μας και για τις ελπίδες που ανιχνεύουμε μέσα από ένα αβέβαιο, πάντα όμως άγραφτο κι απρόβλεπτο μέλλον.
Μίλησε μου για την παράσταση Συμπεριλαμβάνει τρία μονόπρακτα του Καμπανέλη εκ των οποίων τα δύο είναι άπαικτα και αυτό είναι μεγάλη τιμή για μας αφού θα είναι η πρώτη φορά που θα παρασταθούν παγκόσμια. Το πρώτο άπαικτο έργο λέγεται «Ο διάλογος» κι αφορά σ’ ένα ζευγάρι παντρεμένων που βιώνουν μια τελματωμένη σχέση. Στη διάρκεια του έργου που διαρκεί είκοσι με εικοσιπέντε λεπτά είναι ελάχιστες οι ατάκες που απευθύνουν ο ένας στον άλλο. Είναι πιο πολύ εσωτερικοί μονόλογοι. Το δεύτερο κομμάτι είναι «Ο Επικήδειος» και έχει ήδη παιχτεί από τον Θανάση Παπαγεωργίου στο θέατρο «Στοά». Για πρώτη φορά η Κατερίνα Πολυχρονοπούλου το εμπιστεύτηκε σε γυναίκα.
Είναι αυτό που ερμηνεύεις εσύ; Ναι. Είναι ένα μονόπρακτο που αφορά πιο πολύ στην υστεροφημία. Έχει πολύ χιούμορ ενώ δεν είναι με τίποτα κωμωδία. Το τρίτο μονόπρακτο, επίσης άπαικτο, λέγεται «Ποιος ήταν ο κύριος». Ένας άντρας μπαίνει στο σπίτι μιας οικογένειας που μόλις έχουν χάσει τον άνθρωπό τους. Δεν τον γνωρίζουν κι αρχίζει μια συζήτηση μαζί τους, αποκαλύπτοντας πτυχές της ζωής του νεκρού που δεν είχαν διανοηθεί ότι μπορεί να υπάρχουν. Μέχρι και το τέλος δεν γνωρίζουμε αν ήταν αλήθεια ή όχι, αν υπήρξε όντως αυτός φιλικό του πρόσωπο και μάλιστα αδελφικό. Οι συγγενείς δε του εκλιπόντος εκεί που θρηνούσαν τον άνθρωπό τους έχουν αρχίσει και νοιώθουν χαρά και ανακούφιση για όλα όσα εκείνος είχε πετύχει να κάνει. Στη Νάξο τους ρόλους έπαιξαν η Νίτσα Μαμουζέλη με τον Γιώργο Σουξέ, εγώ κι ο Γιάννης Φραγκίσκος.
Στις παραστάσεις που θα δούμε σύντομα στην Αθήνα στις 4 Οκτωβρίου συγκεκριμένα, στον πολυχώρο VAULT, ποια είναι η σύνθεση του θιάσου; Θα παίξουμε ο Γιάννης Νικολάου, η Ευγενία Αποστόλου, ο Ιωσήφ Ιωσηφίδης κι εγώ. Οι παραστάσεις θα είναι κάθε Σάββατο απόγευμα και Κυριακή βράδυ. Αρχικά έχει προγραμματιστεί για πέντε Σαββατοκύριακα, δηλαδή δέκα παραστάσεις. Στην πορεία αν όλα πάνε καλά θα συνεχίσουμε με μια παράταση.
Η θεματολογία των τριών μονόπρακτων είναι πολύ διαφορετική από το ένα στο άλλο αλλά και με κοινά σημεία. Ναι κι επίσης ο συγγραφέας γνωρίζει σε βάθος την ψυχολογία των ηρώων του, ακόμα και την γυναικεία. Για μία γυναίκα είναι ίσως πιο εύκολο να προσεγγίσει χαρακτήρες αντρικούς γιατί ασχολείται από τη φύση τους πολύ με το πώς νοιώθει ο άλλος, ποια είναι τα κίνητρά του, τι προηγήθηκε. Όμως ένας άντρας… Ο Καμπανέλης είναι μαγικός στη διαχείριση των χαρακτήρων.
Έχει ένα ταλέντο πολύ δυνατό στο να διαχειρίζεται την ψυχολογία του μέσου Έλληνα της εποχής του. Έχει δουλέψει εξαιρετικά πάνω σ’ αυτό. Στο πρώτο κομμάτι, τον «Διάλογο» που μιλάνε χωρίς να μιλάνε αφού ο καθένας κυρίως εξωτερικεύει τις σκέψεις του, μπορούμε να πούμε πως έχουμε πρωτοποριακή συγγραφική τεχνική. Έχουμε δηλαδή μεγάλους μονολόγους από ήρωες οι οποίοι όμως δεν είναι μόνοι τους στη σκηνή, βρίσκονται και οι δύο μαζί, παρόντες, έχουν δράση ο ένας με τον άλλο. Ο κοινός άξονας και των τριών μονόπρακτων είναι η μοναξιά. Όλοι είναι ουσιαστικά μόνοι τους.
Οι αναφορές κι οι ιδιότητες των ηρώων συγγενεύουν και σχολιάζουν την συγγραφική τέχνη. Ναι και στα τρία μονόπρακτα μελετάει αυτή την ιδιότητα και τη σχέση της με την ζωή. Στο δεύτερο κομμάτι ο ήρωας είναι συγγραφέας και στο τρίτο κομμάτι σου αφήνεται και μία υπόνοια πως μπορεί ο επισκέπτης να αντλεί θέματα και ιδέες από τις αντιδράσεις των άλλων για να δημιουργήσει ένα συγγραφικό έργο. Γράφει κάπου: Μπορείς να διαβάσεις ένα έργο και να σου αρέσει πολύ και να το διαβάσω κι εγώ και να μου αρέσει εξ ίσου και να συμφωνήσουμε γι’ αυτό αλλά αν το κάναμε στη ζωή μας; Δεν θα ήταν ίδιο το αποτέλεσμα ποτέ. Τι νομίζουμε, λέει στη συνέχεια, ότι οι συγγραφείς έχουν στο τσεπάκι τους μια πραγματικότητα την οποία αποτυπώνουν στο χαρτί;
Πως ήταν η συνεργασία σας; Είχαμε μια εξαιρετική συνεργασία με την Κατερίνα και ανάμεσά μας. Ευχαριστούμε όλοι μας και την Κατερίνα την Καμπανέλη που μας έκανε την τιμή και εμπιστεύτηκε το έργο του πατέρα της και μας βοηθάει τόσο πολύ με σπάνια ευγένεια σε κάθε μας βήμα ενώ έχει αναλάβει και την εικαστική επιμέλεια της παράστασης.
Πως βλέπεις τα θεατρικά πράγματα στην Ελλάδα της κρίσης; Κοίτα, γενικότερα η Ελλάδα όποτε υπέφερε παρουσίαζε και μια καλλιτεχνική άνθιση. Είναι ωραίο να το σκέφτεσαι έτσι και να ελπίζεις αλλά δεν ξέρω κατά πόσον μπορούμε να αντέξουμε σε καθημερινή βάση κι όταν τα προβλήματα έρχονται και μας πνίγουν. Δεν ξέρω αν έχω ακόμα το περιθώριο να είμαι τόσο ρομαντική.
Ωστόσο τα θέατρα είναι γεμάτα παρά την κρίση. Η εμπειρία μου στο θέατρο είναι είκοσι, τριάντα χρόνια. Ποτέ δεν τα θυμάμαι τόσο γεμάτα τα θέατρα και τόσες πολλές τις παραστάσεις. Ναι αλλά οι τσέπες των ηθοποιών είναι άδειες. Έχει αλλάξει ο τρόπος παραγωγής. Δεν υπάρχει πια κάποιος ο οποίος να πληρώνει τους συντελεστές μιας παράστασης. Δεν έχουμε πια εργοδότη, είμαστε συμμέτοχοι οι περισσότεροι.
Μήπως όμως παρά την άνοδο του θεάτρου ακόμα και τα ποσοστά των ηθοποιών δεν είναι αυτά που θα έπρεπε ώστε κάπως να αποζημιώνονται; Ναι και υπάρχουν πάρα πολλές ομάδες, πάρα πολλά θέατρα, έχουν το κοινό τους, έχει μειωθεί και το εισιτήριο και των μεγάλων και των μικρών θεάτρων… Έτσι έχουμε περισσότερο κόσμο που θα έρθει στο θέατρο.
Όμως τελικά όλοι οι άλλοι συντελεστές πληρώνονται εκτός από τον ηθοποιό που είναι αυτός τον οποίο έρχεται να δει ο κόσμος. Γιατί; Γιατί οι άλλοι συντελεστές μπορούν και υπερασπίζονται τα επαγγέλματά τους. Εμείς κι οι σκηνοθέτες όταν βρισκόμαστε σε μια μικρή ομάδα που τη νοιώθουμε όμως ομάδα δεν απαιτούμε συγκεκριμένες αμοιβές για να συμμετέχουμε. Όταν όμως πάμε σε μια πιο πλούσια παραγωγή, σε ένα μεγάλο θέατρο, εκεί θα απαιτήσω μια αμοιβή, δεν θα μπω με ποσοστά ή με ασήμαντη αμοιβή.
Έτσι όμως όταν δουλεύουμε σε ένα μικρό θέατρο σε μια παραγωγή κοινή για όλους καταλήγουμε να μην αμειβόμαστε. Δεν θα καταδικάσει αυτό στο μέλλον τις παραγωγές και τα θέατρα αυτά σε αφανισμό; Όχι. Βρίσκουμε τρόπους. Υπάρχουν και πράγματα που τα κάνουμε για μας, γιατί τα αγαπάμε. Κι όχι για το κέρδος. Βρίσκουμε το χρόνο γι’ αυτά ενώ ταυτόχρονα αναζητάμε και τις αμειβόμενες δουλειές για να επιβιώσουμε. Δεν φτάνει πια η μία δουλειά για να ζήσουμε έτσι κι αλλιώς, οπωσδήποτε θα χρειαστεί και μια δεύτερη, ακόμα και μια τρίτη. Πάντως το παλεύουμε και συντηρούμε τα μικρά θέατρα και τις μικρές παραγωγές. Δεν υποχωρούμε σ’ αυτό, δεν το εγκαταλείπουμε.
Πάντως καλό είναι κάποια στιγμή να θυμηθούμε πως ο θεατής έρχεται για τον ηθοποιό, για το έργο, για τον σκηνοθέτη κι όχι για τον ηχολήπτη ή τον παραγωγό. Και να υπερασπιστούμε κάπως το γεγονός πως ενώ είμαστε οι μόνοι που δεν πληρωνόμαστε, εμείς είμαστε το θέατρο. Και πολλές φορές μάλιστα, να το πούμε κι αυτό, ο σκηνοθέτης όχι μόνο δεν βγάζει κάτι αλλά βάζει κι από την τσέπη του. Γίνεται στην ουσία ο παραγωγός της παράστασης. Πολλοί το κάνουν αυτό. Και υπάρχουν και χώροι οι οποίοι προστατεύουν όλες αυτές τις μικρές παραγωγές και τις φιλοξενούν σε χώρους που κρατούν με νύχια και με δόντια. Όπως ο Δημήτρης Καρατζιάς στο Vault. Μπράβο του γιατί είναι άψογος με όλους τους συνεργάτες του οι οποίοι δεν είναι και λίγοι. Ξέρουμε πως είναι τα πράγματα. Αν έχει ο άλλος και δεν σου δίνει δεν θα μείνεις σε μία παραγωγή. Αν ξέρεις πως δεν έχει όμως, γίνεσαι κι εσύ συμμέτοχος σε μια κοινή σας προσπάθεια. Οι μικροί αυτοί νέοι χώροι ήρθαν για να μείνουν. Είναι εδώ πια και νομίζω πως πρέπει να τους υποστηρίξουμε.
Θα συμφωνήσω απολύτως. Πρέπει νομίζω αυτοί οι χώροι να γίνουν ένα σημαντικό κομμάτι της θεατρικής πραγματικότητας στη χώρα μας. Μπορούν να φιλοξενήσουν καινούργια πράγματα. Οι παλιοί παραγωγοί δεν ριψοκινδυνεύουν εύκολα το νέο, το καινούργιο. Η πρωτοπορία θα γεννηθεί μέσα σ’ αυτούς τους χώρους όπου όλοι μας είμαστε μαζί και δεν έχουμε τίποτα να χάσουμε. Οι μικροί χώροι μπορούν και πειραματίζονται. Είναι οι προθάλαμοι για τα καινούργια μας βήματα.
Σωστά. Όμως τι γίνεται με τις παραγωγές που έχουν την δυνατότητα κέρδους κι εν τούτοις εκμεταλλεύονται τον ηθοποιό τον οποίο μάλιστα αν διεκδικήσει έναν σωστό μισθό, απλά τον αντικαθιστούν; Σίγουρα θα μπορούσαμε να είμαστε πιο υπεύθυνοι απέναντι στον κλάδο μας προκειμένου να διορθωθούν κάποια πράγματα. Αλλά υπάρχει πάντα κι αυτό που σε τρώει: Είμαι ηθοποιός κι αν σταματήσω να παίζω, παύω απλά να είμαι ηθοποιός. Πάντα ψάχνω διακαώς να βρω δουλειές ώστε να μπορώ κάπως να συντηρώ τον εαυτό μου και την οικογένειά μου. Είναι δύσκολο. Καταλήγουμε να χρειαζόμαστε την στήριξη των δικών μας ανθρώπων για να μπορέσουμε να συνεχίσουμε να κάνουμε αυτό που αγαπάμε. Εμένα ο άντρας μου για παράδειγμα που είναι κι ο ίδιος καλλιτέχνης και συγκεκριμένα μουσικός, ήρθε και με βρήκε σε μια από τις πιο σημαντικές στιγμές της ζωής μου και με στήριξε τόσο ώστε να καταφέρω να συνεχίσω να κάνω αυτή τη δουλειά που λατρεύω. Αλλά ζούμε σε τέτοιους καιρούς. Υπάρχουν και άπειροι επιστήμονες με πτυχία και ντοκτορά οι οποίοι δουλεύουν σε μπαρ, περίπτερο και ταξί, τα πάντα. Δεν είμαστε οι μόνοι εμείς οι ηθοποιοί που δεν αμειβόμαστε σύμφωνα με την αξία μας σ’ αυτή τη χώρα.
Τι άλλο θα κάνεις φέτος; Θα παίξω σ’ ένα σίριαλ στον Άλφα που λέγεται «Το σόι σου» σε σκηνοθεσία του Νίκου του Ζαπατίνα. Είναι οικογενειακή κομεντί με πάρα πολύ καλό καστ. Γενικώς το κλίμα είναι υπέροχο. Κάνουμε πρόβες, ο σκηνοθέτης κτίζει τις σχέσεις των ρόλων. Νομίζω ότι πιάνει πολύ καλά η σειρά, το σφυγμό της κατάστασης στην Ελλάδα. Βλέπουμε τις αντιθέσεις, τις συμπεριφορές και την σχέση δύο οικογενειών που λόγω ενός γάμου των μελών τους, ενώνεται κάπως η ζωή τους και συναντιούνται σε γιορτές και εκδηλώσεις και λειτουργούν σε αναλογία με τα διαφορετικά οικονομικά τους στάτους. Θα είναι γύρω στα πενήντα επεισόδια και το καινούργιο είναι ότι τη μία φορά θα βλέπουμε τη μία οικογένεια και την άλλη φορά, την άλλη καθώς κινούνται παράλληλα οι ζωές τους. Κι όταν συναντιούνται θα τους βλέπουμε όλους μαζί.
Πολύ ενδιαφέρον αυτό και πρωτότυπο. Καλή επιτυχία εύχομαι. Πως βλέπεις τη νέα γενιά ηθοποιών; Τους βλέπω πολύ πιο έτοιμους από τη δική μας γενιά. Γεννιούνται σε μια πιο εξελιγμένη κλίμακα και με περισσότερα όπλα γιατί έχει περάσει στο DNA τους μια γνώση η οποία τα βοηθάει στην κατανόηση του κόσμου και των συνθηκών. Επίσης είναι ενημερωμένοι καλύτερα από μας, ξέρουν ήδη που πάνε. Χωρίς αυτό βέβαια να μειώνει την ευαισθησία τους, τα συναισθήματα τους και χωρίς να αλλοιώνει το τρωτό κομμάτι του εαυτού τους. Είναι πιο μάχιμοι και πιο ενεργητικοί από μας. Εμείς είχαμε την νεανική ορμή αλλά δεν ήμασταν καθόλου υποψιασμένοι όσον αφορά αυτό που επρόκειτο να μας συμβεί. Βέβαια πετύχαμε και μια περίοδο αλλαγής τότε που η τηλεόραση ήταν κάτι απαγορευμένο για τους ποιοτικούς ηθοποιούς, κάτι υποδεέστερο. Έκανες σήριαλ μόνο όταν πια ήσουν φτασμένος και δεν κινδύνευες να σε αλλοιώσει. Τώρα αυτό δεν ισχύει. Είναι ένα ταμπού. Αν είσαι καλός μπορείς να είσαι λειτουργικός όπου κι αν είσαι. Το μυστικό τελικά είναι μέσα σου, στο πόσο συγκροτημένος είσαι, πόσο καλά ξέρεις γιατί κάνεις κάτι κι αν την τέχνη σου την εξασκείς σε κάθε περίσταση άσχετα από το μέσον. Η καλή τηλεόραση γίνεται όταν γράφονται καλύτερα σενάρια, όταν παίζουν καλύτερα οι ηθοποιοί, όταν είναι καλύτερη η σκηνοθεσία. Δεν αφήνουμε μια μορφή έκφρασης όπως η τηλεόραση από φόβο μην μας κάνει κακό, μαθαίνουμε να την χρησιμοποιούμε σωστά και να προσφέρουμε και σ’ αυτήν την ψυχούλα μας. Τότε δεν έχουμε να φοβηθούμε τίποτα.
Ας δούμε λοιπόν πως θα προχωρήσουμε κάνοντας ευτυχισμένους τους εαυτούς μας και τα παιδιά μας όσο μπορούμε. Ας είμαστε ευτυχισμένοι γι’ αυτό που δεν μπορούν να μας αφαιρέσουν.
Για να γίνει αυτό πρέπει να κατανοήσουμε πως είμαστε ευτυχισμένοι που υπάρχουμε και κάνουμε αυτό που αγαπάμε. Γιατί τότε και όσοι ακολουθούν και τα παιδιά μας θα κάνουν αυτό που αγαπούν αφού θα έχουν ένα τέτοιο πράδειγμα. ‘Έτσι ακριβώς. Για να είναι εκείνοι καλά πρέπει να είμαστε καλά κι εμείς. Δεν μπορείς να προσποιείσαι με τα παιδιά, το καταλαβαίνουν, έχουν τρομερή αντίληψη. Δεν μπορείς να κρυφτείς από τα παιδιά. Σε φέρνουν αντιμέτωπο με τον εαυτό σου.
Έτσι κι αλλιώς τα ξέρουν όλα και σε κοιτάζουν με μάτια σαν κι αυτά όταν ξυπνούν στις δύο η ώρα. Ζούμε μέσα σ’ ένα όνειρο που τρίζει σαν το ξύλινο ποδάρι της γιαγιάς μας. Μα ο χρόνος ο αληθινός είναι ο γιος μας ο μεγάλος κι ο μικρός…
Καλά να είμαστε…
«Ποιός ήταν ο κύριος;» Ιάκωβου Καμπανέλη Σκηνοθεσία: Κατερίνα Πολυχρονοπούλου
Εικαστική επιμέλεια: Κατερίνα Καμπανέλλη
Παίζουν (αλφαβητικά): Ευγενία Αποστόλου Ιωσήφ Ιωσηφίδης Βίβιαν Κοντομάρη Γιάννης Νικολάου
Από 4 Οκτώβρη έως 2 Νοέμβρη για 10 παραστάσεις στο VAULT Σάββατο 6.00μμ και Κυριακή 9.00μμ
Φωτογραφίες της κυρίας Κοντομάρη: Κατερίνα Λάπτσιου
|