Σχετικά άρθρα
ΜΠΑΜΠΑ ΜΗΝ ΞΑΝΑΠΕΘΑΝΕΙΣ ΠΑΡΑΣΚΕΥΗ |
Συντάχθηκε απο τον/την Παύλος Λεμοντζής | |||||||||||||||||||||
Τρίτη, 19 Σεπτέμβριος 2017 09:46 | |||||||||||||||||||||
Μπαμπά, μην ξαναπεθάνεις Παρασκευή των Αλέξανδρου Ρήγα – Δημήτρη Αποστόλου
Χίλιοι εξακόσιοι θεατές, στο κατάμεστο Κάστρο Καβάλας κι ενώ είχε ρίξει αυλαία το Φεστιβάλ Φιλίππων, κατέκλυσαν βράδυ Δευτέρας το ανοικτό θέατρο Φρουρίου, για χάρη του θιάσου που έπαιζε για πολλοστή φορά την κωμωδία των Ρήγα - Αποστόλου «Μπαμπά, μην ξαναπεθάνεις Παρασκευή». Μάλιστα, καθώς ανέβαινα τα τελευταία σκαλοπάτια του κάστρου, μια ομάδα νεαρών βοηθούσε τη Σοφία Μουτίδου , καθισμένη σε αναπηρικό καροτσάκι λόγω δεξιού ποδιού σε νάρθηκα, να φτάσει στην είσοδο. Βρέθηκα δίπλα της, τη βοήθησα κι εγώ όσο μπόρεσα, με είπε και «παιδί», όταν με είδε έσκασε στα γέλια, μια χαρά άνθρωπος η Σοφία. Μπόλικο, πηγαίο χιούμορ και δυνατή γυναίκα. Εκπληκτική δύναμη σε άνθρωπο “σακατεμένο”. Το στάδιο « γύψος στο τεντωμένο πόδι, σώμα στο καρότσι » το πέρασα κι εγώ πριν από μερικά χρόνια, ξέρω τι σημαίνει να ανεβαίνεις και να κατεβαίνεις σκαλιά με την όπισθεν. Όταν, επιτέλους, έσβησαν τα φώτα, σίγασαν οι φωνές και οι διαμαρτυρίες για την υπερπληθώρα θεατών στο χώμα, η κωμωδία ξεκίνησε. Απίστευτες καταστάσεις, τρελό γέλιο απ’ το κοινό. Τι δίψα κι αυτή να γελάσει ο κοσμάκης. Πόσο μεγάλη η ανάγκη να ξεχαστεί, να ξεφύγει απ’ την μέγγενη των προβλημάτων του, να δραπετεύσει σε ψεύτικο τόπο κι ας είναι ουτοπικός κι ας είναι κοινός τόπος. Ήταν, όμως, ένας αστείος κόσμος. Αρκετές φορές άμετρος, υπερβολικός αλλά αστείος. Και γέλασε το πλήθος και το φχαριστήθηκε το δίωρο με την ψυχή του. Καταρχάς, αυτό το έργο σεργιανάει Μητρόπολη και πιάτσες δεκατρία χρόνια. Πάμπολλα τηλεοπτικά αστέρια μπήκαν - βγήκαν στους ρόλους του, αλλά αρέσει. Διότι τα τηλεοπτικά καλά ονόματα έλκουν το κοινό κι ο Αλέξανδρος Ρήγας , που σκηνοθετεί τις παραστάσεις, το ξέρει αυτό και το εκμεταλλεύεται όπως πρέπει. Στη βερσιόν που είδαμε, εκτός από τη δικιά μας (Καβαλιώτισσα) και λατρεμένη Παρθένα Χοροζίδου, έπαιξαν ο Παύλος Χαϊκάλης ( διαχρονική αξία), η Άννα Παναγιωτοπούλου , την οποία αγαπώ κι εκτιμώ για την πολύχρονη προσφορά της στο θέατρο, ο πολύ καλός Μαυρόπουλος , η αξεπέραστη Σοφία Μουτίδου κι άλλοι που θα γράψω παρακάτω.
Το σενάριο, μια φαρσοκωμωδία εξωπραγματική για ελληνικά κοινωνικά δεδομένα, το σκηνικό ευτελές, για να μεταφέρεται εύκολα από πιάτσα σε πιάτσα, η μουσική αποκλειστικά χιτάκια για να ντύσουν στιγμές και ερμηνείες, έτσι όπως τις διδάσκει, τις θέλει, τις επιβάλλει ο Ρήγας. Όμως, το μυστικό επιτυχίας κρύβεται στο φλεγματικό χιούμορ, στις έξυπνες ατάκες, στους έξοχους αυτοσχεδιασμούς, στον συγχρονισμό όλων επί σκηνής, στους φρενήρεις ρυθμούς, στο μηδενικό κενό, στη γεμάτη σκηνή, στην αδιάκοπη κίνηση, στην ικανότητα να συγχρωτιστεί ο θίασος σε βαθμό που το τίποτα γίνεται υπολογίσιμη μονάδα, που το επουσιώδες μεταλλάσσεται σε ουσιώδες, εφόσον ο θεατής δε γύρισε ούτε στιγμή το κεφάλι του σε άλλη κατεύθυνση, δεν κοίταξε το ρολόι του, δε χασμουρήθηκε, δε του επέτρεψαν οι συντελεστές να αφαιρεθεί. Αναγνωρίζω στον Ρήγα αυτή τη μοναδική ικανότητα. Ενώ η υστερία κυριαρχεί στη σκηνή, ενώ το θέμα είναι ρηχό έως ανούσιο, ενώ υπάρχει υποτυπώδες σκηνικό και κοστούμια ανάξια λόγου, πλην της Μάλφα, ενώ οι ανατροπές είναι προβλέψιμες, το ενδιαφέρον του κοινού δε μειώνεται, αντίθετα μεγεθύνεται. Βεβαίως, η διανομή έχει τεράστιο μερίδιο επιτυχίας κι άλλο τόσο η σουρεαλιστική απόδοση της κωμωδίας . Στην παρούσα περίπτωση, ο πατέρας πεθαίνει ξαφνικά. Αυτό τουλάχιστον πιστεύουν όλοι, μέχρι την ώρα της κηδείας, όπου όλα ανατρέπονται. Αν ήταν ταινία, θα την περιγράφαμε ως ταινία δράσης με το πιστόλι κύριο ανατροπέα και ως καταλύτη σε ένα σενάριο με κάνα δύο αστεράκια παραπάνω. Στην παράσταση αυτή, που έχει μέλλον ακόμη, η υπερχρήση όπλων δίνει διάσταση παρωδίας ή σάτιρας ή πολλούς από μηχανής θεούς, θα τολμούσα να πω, για να έρθει ένα ικανοποιητικό για όλους φινάλε. Στα συν, λοιπόν, η Χοροζίδου, ο Μαυρόπουλος, ο Χαϊκάλης, η Μουτίδου (έξοχοι οι αυτοσχεδιασμοί της ), η Παναγιωτοπούλου, όλοι τους σε υπερθετικό βαθμό και οι υπόλοιποι ηθοποιοί με αρκούντως- για το κοινό- ικανοποιητικές ερμηνείες. Όχι, η Μπέσυ Μάλφα - που ναι, είναι πολυτάλαντη - δεν κατάφερε να γίνει σουρεάλ στοιχείο στη γραμμή του σκηνοθέτη, παρά μόνο όταν έσπασε η γόβα της κατά το σενάριο. Στα συν το σπινθηροβόλο χιούμορ ανάμεσα στις καταιγιστικές φράσεις που αλιεύσαμε όλοι όσοι αγαπάμε το πνευματώδες, φλεγματικό χιούμορ του συγγραφικού διδύμου. Στα συν οι ρυθμοί που κράτησαν «δεμένους» τους θεατές στη δράση. Μεγάλο πλην, η τρελή αδερφή – χαρακτήρας, που ο Ρήγας έβαλε στην πλοκή. Είναι απαράδεκτο στις μέρες μας να εκβιάζεται το γέλιο με καμώματα του Φίφη, του Ντιντή, της Φτερούς του ελληνικού σινεμά περασμένων δεκαετιών. Μαύρη κηλίδα για την παράσταση. Δεν το σχολιάζω περαιτέρω. Σκηνοθεσία:Αλέξανδρος Ρήγας Κοστούμια:Ελένη Μπλέτσα Σκηνικά:Αλανιάδη Μαρία – Στασινού Αγνή Βοηθός Σκηνοθέτη:Αντώνης Αντωνίου Παραγωγή:Κατσιβαρδέλος Γιώργος Παίζουν: Μπέσυ Μάλφα, Δημήτρης Μαυρόπουλος, Σοφία Μουτίδου,Άννα Παναγιωτοπούλου, Θωμάς Πανδής, Νίκος Πολυδερόπουλος,Αλέξανδρος Ρήγας,Πρόδρομος Τοσουνίδης, Θανάσης Τούμπουλης,Παύλος Χαϊκάλης,Παρθένα Χοροζίδου, Κωνσταντία Χριστοφορίδου
Υπόλοιπες παραστάσεις:
|